Η οσφυονωτιαία παρακέντηση αποτελεί μια σημαντική εξέταση που πραγματοποιείται στη σπονδυλική στήλη. Οι λόγοι που ένας γιατρός – Νευροχειρουργός μπορεί να υποβάλλει τον ασθενή σε αυτή τη διαδικασία είναι τόσο διαγνωστικοί, όσο και θεραπευτικοί. Η οσφυονωτιαία παρακέντηση γίνεται στην οσφυϊκή περιοχή της πλάτης, μέσω μιας βελόνας που εισχωρεί ανάμεσα σε δυο οσφυϊκά οστά. Εκεί γίνεται δειγματοληψία του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, το οποίο στη συνέχεια αναλύεται ώστε να γίνει ακριβής διάγνωση ή θεραπεία. Ένας ασθενής υποχρεούται να κάνει τη συγκεκριμένη εξέταση για να διαπιστωθεί η εμφάνιση σοβαρών ασθενειών, όπως η μηνιγγίτιδα και η σκλήρυνση κατά πλάκας. Επίσης, βοηθάει στην ανακάλυψη νεοπλασματικών κυττάρων, στην μέτρηση της πίεσης του ίδιου του εγκεφαλονωτιαίου υγρού καθώς και στην αφαίρεση του.
Οσφυονωτιαία παρακέντηση – Επιπλοκές
Το κυριότερο σύμπτωμα της εξέτασης αυτής είναι ο πονοκέφαλος. Συνήθως προκαλείται κάποιες ώρες μετά το τέλος της εξέτασης και μπορεί να συνοδεύεται με ζάλη ή εμετό. Δεν είναι μια οριστική επιπλοκή, όμως, ο ασθενής μπορεί να ταλαιπωρείται από τον πονοκέφαλο για τουλάχιστον μια βδομάδα μετά το τέλος της εξέτασης.
Άλλες επιπλοκές είναι οι εξής:
- Δημιουργία αιματώματος στο σημείο της παρακέντησης
- Λοίμωξη εξ’ αιτίας της βελόνας
- Διαρροή εγκεφαλονωτιαίου υγρού
- Πρόκληση αιματώματος στην ενδοκρανιακή περιοχή
- Μη φυσιολογική λειτουργία της όρασης
- Ίλιγγος
- Μερική απώλεια ακοής
Η οσφυονωτιαία παρακέντηση δεν είναι μια εξέταση που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε όλους τους ασθενείς. Σε περιπτώσεις που τίθεται ζήτημα όγκου στον εγκέφαλο, μη φυσιολογικής πήξης του αίματος ή λοίμωξης στην περιοχή που μπαίνει η βελόνα, τότε απαγορεύεται να γίνει η εξέταση.
Οσφυονωτιαία παρακέντηση – Προετοιμασία
Ο ασθενής θα πρέπει να ενημερώσει τον γιατρό αν ακολουθεί κάποια φαρμακευτική αγωγή. Ο γιατρός, αφού ενημερώσει τον ασθενή σχετικά με τη διαδικασία και τους κινδύνους που μπορεί να προκύψουν, θα τον συμβουλέψει σωστά σχετικά με την λήψη φαρμάκων την ημέρα της εξέτασης.
Για να γίνει η οσφυονωτιαία παρακέντηση ο ασθενής ξαπλώνει στο πλάι και ο γιατρός του χορηγεί μια αναισθητική ένεση στην περιοχή που θα μπει η βελόνα. Αφού μουδιάσει το κατάλληλο σημείο, ο γιατρός εισχωρεί τη βελόνα στο δέρμα και συλλέγει δείγμα από το εγκεφαλονωτιαίο υγρό του νωτιαίου μυελού. Δεν προκαλείται κάποιος ιδιαίτερος πόνος, μόνο μια μικρή ενόχληση, καθώς η λήψη του δείγματος διαρκεί μόνο λίγα δευτερόλεπτα. Είναι πολύ σημαντικό να παραμείνει ο ασθενής ακίνητος κατά τη διάρκεια της εξέτασης για να μην υπάρξει κάποια επιπλοκή.
Όταν ολοκληρωθεί η εξέταση, τοποθετείται ένας επίδεσμος στο σημείο που έχει γίνει η εισχώρηση της βελόνας. Ο ασθενής θα πρέπει να παραμείνει ξαπλωμένος για 30 λεπτά. Αν προκύψει έντονος πονοκέφαλος, ο γιατρός συνταγογραφεί παυσίπονα στον ασθενή ώστε να μειώσει την ένταση του. Η αποφυγή έντονης σωματικής δραστηριότητας είναι απαραίτητη για τη σωστή ανάρρωση του ασθενή.
Αποτελέσματα της εξέτασης
Τα αποτελέσματα συνήθως βγαίνουν σε λίγες μέρες. Το νωτιαίο υγρό είναι συνήθως διαυγές και άχρωμο. Εάν το χρώμα είναι πορτοκαλί, κίτρινο ή ροζ, μπορεί να υποδηλώνει μη φυσιολογική αιμορραγία. Επίσης, αν ανιχνευθούν αυξημένα επίπεδα πρωτεΐνης, τότε μπορεί να έχει πραγματοποιηθεί κάποια μόλυνση ή φλεγμονή. Άλλος ένας δείκτης που υποδηλώνει μόλυνση είναι τα λευκά αιμοσφαίρια. Αν ξεπερνούν τις φυσιολογικές τιμές υπάρχει σοβαρή περίπτωση λοίμωξης. Το ίδιο συμβαίνει και με τα χαμηλά επίπεδα γλυκόζης. Το δείγμα της εξέτασης μπορεί να αναδείξει και την παρουσία μικροοργανισμών ή καρκινικών κυττάρων. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, ο γιατρός θα προτείνει στον ασθενή την κατάλληλη θεραπεία.